Σάββατο 28 Αυγούστου 2010

Θέλω ένα κορμί άθικτο,
Ένα κορμί καθαρό
Να σκαλίσω πάνω του την ιστορία μου

Μια καρδιά αθώα,
Παιδική, ανυποψίαστη

Να την ακούω σιγά σιγά
Να πρωτομουρμουρίζει
Τις πρόστυχες μελωδίες μου

ΔΕΝ
Μετά, ΚΑΝΟΝΙΚΑ

Έπλτα.. Οι τοίχοι  με καταδίωκαν για άλλη μια φορά. Σύρθηκά το λοιπόν στη πόρτα, σκούπισα τα γυαλιά μου και βγήκα έξω να πούμε. Ασπρόμαυροι τοίχοι ένα γύρω- μια μελωδία μέσα μου. Το ασπρό ανακατωνόταν μαζί με το μαύρο και το κεφάλι μου, βαρύ λες κια κουβαλούσα χρυσάφι, ηχούσε σαν ομοβροντία κρότου-λάμψης. Πήγα το λοιπόν ήσυχα σε μια γωνιά να αφοδεύσω. Ίδρωσα θα τολμήσω να ομολογήσω. Το κουράδι ήταν από κείνα τα σκληρά που η αγάπη τους κάνει πολύ δύσκολο τον αποχωρισμό. Σηκώθηκα, σκούπισα τα δάκρυά μου κιέφυγα. Δε κοίταξα πίσω μου. Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο λένε κι έτσι δε θέλησα να το λιώσει καμιά σόλα καθώς και ένα τέτοιο δέμα για τον παράδεισο είναι σα μια καταστασιακή πλακίτσα. Α ναι, καθώς έχεζα, ο απέναντι τοίχος είχε ένα σύνθημα: ΟΛΑ ΤΕΛΕΙΑ ΕΔΩ. Όταν το διάβασα

Λοιπόν, η ιστορία καταντάει ηλίθια. Εγώ να ρίξω τους εμετούς μου και να τους δω να χοροπηδούν στην οθόνη μου ήθελα. Να διατηρηθούν στο άχρονο κάποιας αποθηκευτικής μνήμης στοιβαγμένη σ΄αυτό το τεράστιο συντηρητήρα σκέψεων και.. Τεσπά, όλα ακίνητα σα τελεία είναι εδώ. Αυτό εννοούσε και το σύνθημα διότι με την απουσία των τόνων έκανε ένα ωραίο... Σκατά. Θα κοπανίσω το κεφάλι μου στον τοίχο μπας αλλάξουν λίγο τα πράγματα έναν γύρω. Καλό παράδεισο κουραδίτσες μου.