Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

\m/

Μόνο εγώ το ένιωσα. Μόνο εγώ το έζησα. Μόνο εγώ
Γιατί ήταν μια δική μου δυνατότητα· υλοποιημένη.
Ήταν ένας δικός μου εαυτός που έζησε
Και τον είδα
Τον παρατήρησα
Τον άφησα να μου κάνει έρωτα
Ήπια απ’τους χυμούς του
Απ’τους δικούς μου χυμούς του πάθους μου
Μόνο εγώ το έζησα
Μόνο εγώ,σε μένα,θα μπορώ να το εξιστορώ

Να μου δώσω ένα χάδι τρυφερό
Να με περιποιηθώ όπως έναν λαχανιασμένο αμαρτωλό
Όπως μια λεχώνα που θα στρωθώ στο κρεβάτι μου
γεμάτη ανακούφιση για την γέννα της
γεμάτη ικανοποίηση για το δημιούργημά της
για το τρένο που δεν άλλαξε ,τρομαγμένο, την πορεία στο φόβο του
για τον γλάρο του ιωνάθαν που κέρδισε δάκρυα στα βλέφαρα του
και τα ξόδεψε στο βουητό της πτώσης
του ταξιδιού στην πραγμάτωση

Και eftasa εκεί
Και ούρλιαξα από χαρά
Ούρλιαξα  από λαγνεία
Είχα τον διάολο μέσα μου και δεν το έδιωξα
Του ζήτησα τα ρέστα
Και του τα πήρα όλα!!
Με ζήλεψε
Κατσούφιασε
Και μου ζήτησε να φωνάξω εξορκιστές
να μυρίσω το λιβάνι
να μυρίσω την αρωκαρία

Ο χειρότερος κάλπης που υπάρχει
είναι ο διάολος
Του ‘δωσα τα ρέστα πίσω
και τον έστειλα στη μάνα του
Χα
Έφυγε με την ουρά στα σκέλια

Εμείς πάλι, μείναμε 'δώ
Κοιμηθήκαμε, κρυώσαμε, πλυθήκαμε κι ήπιαμε σοκολατούχο γάλα